*Χαιρετισμός στο 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο Βιολογικής Γεωργίας & Κτηνοτροφίας, 13.11.2016
Φιλές και φίλοι,
Ευχαριστώ για την πρόσκληση να παρευρεθώ στο 2ο πανελλήνιο συνέδριο Βιολογικής Γεωργίας και Κτηνοτροφίας, αλλά κομματικές υποχρεώσεις με κρατούν στην Αθήνα.
Είμαι κι εγώ άνθρωπος της παραγωγής, βέβαια από άλλο μετερίζι, οπότε καταλαβαίνω από πρώτο χέρι τους φόβους, τα προβλήματα και τις προσδοκίες σας. Και θεωρώ εξαιρετικά ενδιαφέρον το έργο σας γιατί πιστεύω ότι δεν παράγετε απλώς, αλλά υπηρετείτε μια ιδιαίτερη φιλοσοφία ζωής με κέντρο τον άνθρωπο και τη διασφάλιση της αειφορίας στον πλανήτη.
Το 1992 που άρχισε να εφαρμόζεται δειλά – δειλά το σύστημα της βιολογικής καλλιέργειας και εκτροφής των ζώων, η κοινωνία, ανυποψίαστη ακόμη, αντιμετώπιζε τους πρώτους βιοκαλλιεργητές ως γραφικούς, αιθεροβάμονες και ονειροπόλους.
Μετά την εμφάνιση των διατροφικών σκανδάλων, οι καταναλωτές άρχισαν να ενδιαφέρονται, να ενημερώνονται, να ανησυχούν για την ποιότητα και την υγιεινή των τροφίμων.
Οι προτιμήσεις τους στα τρόφιμα διαφοροποιήθηκαν σε σχέση με το παρελθόν και αυτό οφείλεται στις αλλαγές που έχουν επέλθει σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.
Ευρωπαϊκές μετρήσεις καταδεικνύουν ότι ο καταναλωτής θεωρεί τα τρόφιμα ως τα πιο σημαντικά προϊόντα αμέσως μετά τα φάρμακα, για τα οποία απαιτεί την υψηλότερη δυνατή διασφάλιση και το υψηλότερο επίπεδο ποιοτικών προδιαγραφών.
Εν τω μεταξύ, ένα σημαντικό κομμάτι του καταναλωτικού κοινού της Ευρώπης, είναι διατεθειμένο να πληρώσει υψηλότερες τιμές για να αγοράσει προϊόντα υψηλής ποιότητας και υγιεινής.
Οι πολίτες πλέον δίνουν μεγάλη σημασία και στην αλληλεπίδραση παραγωγής και περιβάλλοντος, καθώς και στον τρόπο εκτροφής σε σχέση με την ευζωία και την καλή υγεία των ζώων.
Σ’ αυτό το περιβάλλον φαίνεται ότι η ελληνική βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία έχει μέλλον και προοπτική.
Ο μικρός γεωργικός κλήρος, η μικρή κτηνοτροφική μονάδα, οι ορεινοί όγκοι, οι ιδιαίτερες εδαφοκλιματικές συνθήκες της χώρας μας (και οπωσδήποτε και της Βόρειας Ελλάδας) που στην ποσοτική γεωργία αποτελούσαν συγκριτικά μειονεκτήματα, τώρα, στην ποιοτική γεωργία, αποτελούν συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Γι’ αυτό τα ελληνικά βιολογικά γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα θεωρούνται υψηλής ποιότητας, ασφαλή, με ιδιαίτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό είναι κάτι που πρέπει να αποδεικνύεται ανά πάσα στιγμή με πιστοποίηση και ελέγχους.
Η βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία έχουν αυξημένες απαιτήσεις παραγωγής, μεγαλύτερο κόστος, πολλές δυσκολίες στη διάθεση των προϊόντων και στην εμπιστοσύνη των καταναλωτών.
Γι αυτό επιβάλλεται η πολιτεία να σταθεί αρωγός, οι βιοκαλλιεργητές να παράγουν και να πωλούν προϊόντα με διασφαλισμένη την υγιεινή και την ασφάλεια για τον καταναλωτή αλλά και ο καταναλωτής να έχει την γνώση και την κατανόηση της αξίας ενός βιολογικά παραγόμενου προϊόντος.
Φίλες και φίλοι,
Η παραγωγή βιολογικών γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, «δένει» αρμονικά με το περιβάλλον της ελληνικής υπαίθρου και η στήριξή της μας εγγυάται ότι εκτός από πηγή εξασφάλισης ποιοτικών ασφαλών προϊόντων θα είναι και μια σπουδαία πηγή περιβαλλοντικών αγαθών.
Με αυτές τις απλές σκέψεις σας χαιρετώ και εύχομαι καλή επιτυχία στις εργασίες του συνεδρίου σας. Αναμένω φυσικά με ενδιαφέρον και τα συμπεράσματα του συνεδρίου σας.