Skip links

Η υποτίμηση του προβλήματος και οι λύσεις της φύσης

Είχα πολύ έγκαιρα προειδοποιήσει για την αναγκαιότητα λήψης άμεσων μέτρων, ειδικά στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αναφορικά με την τραγική πρωτιά της χώρας μας στην Ε.Ε. σε πρόωρους θανάτους εξαιτίας της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Από τον Ιανουάριο του 2020 είχα καταθέσει ερώτηση στους αρμόδιους Υπουργούς παραθέτοντας και τα στοιχεία που είχαν έρθει από τότε στο φως της δημοσιότητας από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος. Το θλιβερό αποτέλεσμα ήταν ότι η χώρα μας κατέγραφε διπλάσια αναλογία πρόωρων θανάτων αποδιδόμενων σε ατμοσφαιρικούς ρύπους, σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το ζήτημα είχε απασχολήσει και το Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, το οποίο κατέδειξε με μελανά γράμματα την πραγματικότητα για το ευρύτερο αστικό κέντρο της Θεσσαλονίκης.

Στις απαντήσεις τους οι αρμόδιες υπηρεσίες της Περιφέρειας μου ανέφεραν ότι για τα αιωρούμενα σωματίδια παρατηρείται γενικότερα υπέρβαση του ορίου της μέσης ημερήσιας τιμής (50 μg/m3) περισσότερες από 35 φορές το χρόνο, με την παρουσία αιωρούμενων σωματιδίων στην περιοχή της Θεσσαλονίκης τους χειμερινούς μήνες να είναι αυξημένη εξαιτίας της καύσης βιομάζας χρήσης τζακιών πέλλετ, της αυξημένης κυκλοφορίας των οχημάτων, αλλά και της βιομηχανικής δραστηριότητας.

Από την πλευρά του ο τότε Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Χατζηδάκης αρκούταν απλώς στις διαβεβαιώσεις ότι «..η εφαρμογή του αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) θα συμβάλλει θετικά στην ποιότητα του ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος στις πόλεις, μέσα από πολιτικές όπως η απολιγνιτοποίηση, η ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης, η ενεργειακή αναβάθμιση δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, η χρήση του Φυσικού Αερίου και ο περιορισμός των εκπομπών ρύπων στις µμεταφορές και τις βιομηχανικές δραστηριότητες.». Το ΕΣΕΚ ωστόσο είναι ήδη σε νέα επικαιροποίηση και αναθεώρηση έκτοτε, χωρίς να έχει ακόμα οριστικοποιηθεί. Καλοί είναι οι φιλόδοξοι στόχοι αλλά πρακτική αντιμετώπιση ακόμα υπολείπεται, ενώ η ενεργειακή κρίση των δυο τελευταίων ετών έχει επιβαρύνει την κατάσταση.

Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι δυστυχώς ότι τα καμπανάκια είχαν χτυπήσει προειδοποιητικά εδώ και χρόνια. Οι μετρήσεις δίναν την καθαρή εικόνα του επείγοντος και του μεγέθους του προβλήματος, χωρίς όμως η πολιτεία να έχει κινητοποιηθεί αποτελεσματικά προκειμένου να ανατραπεί αυτή η τραγική εικόνα της Ελλάδας και πιο συγκεκριμένα της Θεσσαλονίκης εξαιτίας της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Αν η βελτίωση της ποιότητας της ατμόσφαιρας δεν μπει σε άμεση προτεραιότητα τόσο της κεντρικής Κυβέρνησης όσο και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με εξεύρεση πόρων για να χρηματοδοτηθούν δράσεις, αλλά και αν δεν εφαρμοστούν αυστηροί περιβαλλοντικοί έλεγχοι φοβάμαι ότι θα συνεχίσουμε να συζητάμε για το ίδιο πρόβλημα για χρόνια. Πρέπει να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος της υποτίμησης του προβλήματος και της αδιαφορίας. Τέλος, πρέπει να αναζητηθούν και λύσεις που βασίζονται στην φύση και αποτελούν την σύγχρονη υπόδειξη των ειδικών, όπως για παράδειγμα οι μαζικές δενδροφυτεύσεις. Να εφαρμοστεί βιοκλιματική αρχιτεκτονική στις πόλεις που θα περιορίζει τις ενεργειακές ανάγκες αλλά και να αναπτυχθούν δίκτυα βιώσιμης αστικής κινητικότητας.

Άρθρο μου στη “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ”

Αφήστε ένα σχόλιο