Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας.
Κυρία Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Συζητούμε σήμερα για την έκδοση διαταγή πληρωμής για αξίωση από διοικητική σύμβαση που έχει εκδοθεί στο πλαίσιο εμπορικής συναλλαγής.
Βέβαια εύλογα κάποιος αναρωτιέται ποιών εμπορικών συναλλαγών στη συγκυρία που βρίσκεται η χώρα;
Πιστεύω ότι είναι ελάχιστες και ποιες θα είναι αύριο οι εμπορικές συναλλαγές, μεθαύριο ανάλογα με τη στάση που θα κρατήσει η Κυβέρνηση.
Προχθές πολύ σωστά, ο Υπουργός Επικρατείας στη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας χρησιμοποίησε την έκφραση κατά τη διαδικασία της επιλογής των στελεχών για το ΔΣ της ΕΡΤ : «Εδώ ο κόσμος χάνεται…»
Λοιπόν, κύριοι Υπουργοί της Κυβερνήσεως, θα συμφωνήσουμε απόλυτα μαζί σας.
Εδώ ο κόσμος χάνεται και τις τελευταίες μέρες η συζήτηση είναι αν θα πληρωθεί ή δεν θα πληρωθεί η δόση προς το ΔΝΤ αν θα πάμε σε ρήξη ή δεν θα πάμε σε ρήξη θα πληρωθούν βεβαίως οι συντάξεις, και κάποιος αναρωτιέται πως αν προσπαθήσει να αθροίσει το 1,5 του Ιουνίου στο ΔΝΤ και όλες τις άλλες υποχρεώσεις που έχει το ελληνικό Δημόσιο και άντε περνάμε τον Ιούνιο τον Ιούλιο; τον Αύγουστο; Στη μικρή συμφωνία; Στην μεγάλη συμφωνία;
Συνεχίζουμε λοιπόν να παίζουμε πάλι τα επικοινωνιακά παιχνίδια , εις βάρος του ελληνικού λαού, χωρίς να έχουμε σχεδόν τίποτα. Και μέσα σε όλα αυτά, λοιπόν, σε αυτό το κλίμα, στη σημερινή Ολομέλεια, συζητάμε και για την διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών υπό μία ευρεία έννοια.
Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,
Νομίζω ότι κάποια στιγμή τα παραμύθια πρέπει να τελειώσουν.
Μετά από 4 μήνες διακυβέρνησης είμαστε στο σημείο που ο κ. Τσίπρας μας λέει: «μια χαρά είναι η κ. Μέρκελ, το μερκελιστές αρχίζει και χαλαρώνει λίγο, αλλά αυτή τη φορά το πρόβλημά μας είναι ο κ. Σόιμπλε».
Ήρθε η ώρα μετά από τέσσερις μήνες αβεβαιότητας, ανασφάλειας, ανευθυνότητας να πάρετε επιτέλους τις απαραίτητες αποφάσεις και να κάνετε τις επιλογές σας. Τις δικές σας βεβαίως επιλογές
Αναζητώντας τις «σωστές» και σωστές επιλογές είναι αυτές που διασφαλίζουν την χώρα μας, την πατρίδα μας και όχι την αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ και τις συνιστώσες του.
Ουδόλως απασχολεί τον ελληνικό λαό ποια είναι η στάση στην Κεντρική Επιτροπή των διαφόρων θεμιτών ή μη θεμιτών αντιθέσεων που έχει η Κυβερνητική παράταξη.
Ο νέος εθνικός διχασμός, το νέο δίλλημα μνημόνιο-αντιμνημόνιο πρέπει να τελειώσει σε αυτή τη χώρα , να επιστρέψει η χώρα σε μια φυσιολογική τροχιά, σε μια κανονικότητα, να προωθήσει μεταρρυθμίσεις, τομές, αλλαγές, να τις συζητήσουμε, να τις συμφωνήσουμε και μετά να συζητάμε και για ρυθμίσεις των εμπορικών συναλλαγών.
Πέραν βεβαίως του αυτονόητα υποχρεωτικού χαρακτήρα της ανάγκης για ουσιαστική και πλήρη εναρμόνιση της εθνικής μας νομοθεσίας με το ενωσιακό δίκαιο, το σχέδιο νόμου, εάν εφαρμοστεί πλήρως και χωρίς προσκόμματα, ειλικρινά θα φέρει πολύ θετικά αποτελέσματα στην εκτέλεση των διοικητικών συμβάσεων και στην εμπέδωση της εμπιστοσύνης στις σχέσεις Κράτους – επιχειρήσεων.
Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,
Το παρόν σχεδίου νόμου προκαλεί συναισθήματα ανάμικτα, κατά βάση θετικά, αλλά και σοβαρές επιφυλάξεις.
Αποσαφηνίζω εξ αρχής ότι για εμάς πρόκειται για ένα αναγκαίο, σε θετική κατεύθυνση νομοθετικό βήμα.
Και φυσικά μόνο ικανοποίηση μπορεί να προκαλεί το γεγονός ότι η σημερινή Κυβέρνηση, φαίνεται να εγκαταλείπει τις ιδεοληπτικές εμμονές της.
Αποφασίζει να ολοκληρώσει εκκρεμείς νομοθετικές πρωτοβουλίες της προηγούμενης Κυβέρνησης, ακόμη κι όταν εκείνες περιέχονται από «επάρατες» μνημονιακές δράσεις του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Είναι πολύ χρήσιμο να μην προσκολλούμε πια στις ετικέτες αλλά να πηγαίνουμε στην ουσία των πραγμάτων και να βλέπουμε τι πραγματικά έχει ανάγκη ο τόπος μας, η Κοινωνία και η Οικονομία μας.
Επομένως και επί της αρχής, το ΠΑΣΟΚ καλωσορίζει το νομοσχέδιο αυτό στη Βουλή.
Ουσιαστικά αποτελεί την κατάληξη και την ολοκλήρωση μιας πολύ σημαντικής νομοθετικής πρωτοβουλίας της προηγούμενης Κυβέρνησης.
Είναι αλήθεια ότι το 2013 επιχειρήθηκε μια πρώτη εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με τις επιταγές των Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία παρέμεινε ημιτελής και έτσι μάλλον αναποτελεσματική.
Προκειμένου δε να ικανοποιηθεί η ανάγκη ολοκλήρωσης της μεταρρύθμισης, με την υιοθέτηση καινοφανών θεσμών, όπως η διαταγή πληρωμής από διοικητικές συμβάσεις, η προηγούμενη Κυβέρνηση, δια των τότε Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, σχημάτισε την απαραίτητη νομοπαρασκευαστική επιτροπή, με μέλη εγνωσμένου κύρους, που κατέληξε σε πόρισμα ήδη από το καλοκαίρι του προηγούμενου έτους.
Επομένως, σήμερα μόνο σαν θετικό μπορεί να αξιολογηθεί το γεγονός
ότι το Υπουργείο της Δικαιοσύνης, με όποια καθυστέρηση, έρχεται να ολοκληρώσει μια τέτοια αναγκαία και θετική κανονιστική ρύθμιση.
Η πρωτοβουλία της προηγούμενης Κυβέρνησης στόχευε εξ αρχής στη δημιουργία μίας νέας κουλτούρας σύντομης εξόφλησης των εμπορικών συναλλαγών, ακόμη και όταν αντισυμβαλλόμενος είναι μια δημόσια αρχή.
Κάτι τέτοιο βρίσκεται σε συμφωνία με τους στόχους της Οδηγίας 2011/7
της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις καθυστερημένες πληρωμές.
Επί της ουσίας, δηλαδή, όπως παρατηρείται στην Αιτιολογική Έκθεση,
πρόκειται εάν εφαρμοστεί για ένα μέτρο – ανάσα στην ιδιωτική οικονομία, μια προσπάθεια τόνωσης της ρευστότητας στην αγορά.
Βασική, αναμφίβολα θετική στόχευση του σχεδίου νόμου είναι η θεραπεία παθογενειών της ιδιωτικής οικονομίας που έχει πληγεί βάναυσα από την οικονομική κρίση, ειδικά σε ό,τι αφορά στις ταραχώδεις σχέσεις της με τη Δημόσια Διοίκηση.
Το νομοσχέδιο θέτει στο επίκεντρο της ρύθμισής του το κρίσιμο πεδίο των διοικητικών συμβάσεων, όπου είναι γνωστό ότι συσσωρεύονται πολλά προβλήματα ρευστότητας και εκπλήρωσης οικονομικών υποχρεώσεων του Κράτους, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια.
Προσωπικά, έχω και πικρή γνώση για τα σημερινά προβλήματα των ελληνικών επιχειρήσεων. Προέρχομαι από το χώρο της αγοράς, όπως πολλοί ακόμη συνάδελφοι στην παρούσα Βουλή, και μάλιστα από μια περιοχή της χώρας μας, τη Μακεδονία, που είχε πληγεί ανεπανόρθωτα από τη δυσπραγία και την αποβιομηχάνιση, πολλά χρόνια πριν από την κρίση που βιώνουμε σήμερα.
Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,
Οι οφειλές του Δημοσίου προς τους αντισυμβαλλομένους του είναι μεγάλες και ανεξόφλητες. Οι υπερβολικές καθυστερήσεις στις πληρωμές των δημοσίων δαπανών στο πλαίσιο των εμπορικών συναλλαγών αποδυναμώνουν την Οικονομία μας, αποστερώντας την από την αναγκαία ρευστότητα. Το πρόβλημα είναι παρόν, διαρκές και πολύ σοβαρό.
Και είναι εκεί ακριβώς που εντοπίζονται και η βασική μας ευχή και προσδοκία για επιτυχή εφαρμογή της νέας νομοθεσίας όσο και ο κύριος φόβος μας και οι σοβαρές επιφυλάξεις μας για τις ρεαλιστικές προοπτικές της όλης πρωτοβουλίας.
Η ρύθμιση που συζητούμε σήμερα σχεδιάστηκε από την προηγούμενη Κυβέρνηση σε πολύ διαφορετικές συνθήκες και με πολύ διαφορετικές, πολύ πιο θετικές και αισιόδοξες προοπτικές για τα δημοσιονομικά στοιχεία.
Η Ελλάδα εντός του 2014, μετά από πολυετείς αιματηρές, πιθανό άστοχες πολλές φορές προσπάθειες δημοσιονομικής προσαρμογής, είχε αποκτήσει το δικαίωμα να σχεδιάζει καλύτερα το μέλλον της με μεγαλύτερη αισιοδοξία.
Σήμερα, όμως, όλα αυτά τα αποτελέσματα βρίσκονται σε αμφισβήτηση, για να μην πω ότι έχουν εξανεμιστεί πλήρως.
Μαζί με τη διεθνή μας αξιοπιστία, χάνουμε και τις τελευταίες προσδοκίες μας για βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και για οριστική και μακροπρόθεσμη επίλυση των δημοσιονομικών μας προβλημάτων.
Σήμερα, η αγορά έχει στεγνώσει μηδενική ρευστότητα, η πλήρης στάση εσωτερικών πληρωμών από το Δημόσιο είναι πια γεγονός, το πρωτογενές πλεόνασμα εξανεμίστηκε ο θετικός ρυθμός ανάπτυξης μηδενίζεται.
Και αυτά που σας αναφέρω είναι μερικά από τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη σοβαρότητα της κατάστασης. Δεν γνωρίζω αν στο σημείο που βρίσκεται η οικονομία μας, σήμερα, μας επιτρέπει να κάνουμε τέτοιου είδους συζητήσεις ρυθμίσεων των εμπορικών συναλλαγών.
Παρακολουθούμε με κομμένη την ανάσα, κάθε μέρα, τις αέναες διαπραγματεύσεις. Δεχόμαστε με το σταγονόμετρο και όχι στην Βουλή αντιφατικές πληροφορίες για την προοπτική συμφωνίας. Σήμερα στο σίριαλ παίζει G-7 λεκτική βοήθεια από τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών και επίσης βάζουμε ή δεν βάζουμε φόρους στα ATM. Αυτά είναι το κλίμα της αγοράς το οποίο διαμορφώνουμε. Τη μία μέρα συμφωνούμε, την άλλη μέρα πάμε σε δημοψήφισμα, εκλογές, ρήξη και ότι άλλο διαθέτει το ελληνικό λεξιλόγιο.
Την ίδια ώρα, η πραγματική Οικονομία βρίσκεται σε πραγματική στάση πληρωμών και όχι μόνο μεταξύ Δημοσίου και ιδιωτών αλλά και μεταξύ των ιδιωτών. Η εμπιστοσύνη στο πεδίο των συναλλαγών έχει πληγεί ανεπανόρθωτα.
Συνεπώς, αναρωτιέται κανείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ποιο Δημόσιο, σε ποια χώρα θα μπορέσει ποτέ να εξοφλήσει τις απαιτήσεις από διοικητικές συμβάσεις, που μάλιστα όχι απλώς δεν θα αμφισβητούνται, αλλά -πολύ περισσότερο- με τις ρυθμίσεις του Νόμου θα έχουν αναγνωριστεί σε σύντομους χρόνους με διαταγές δικαστηρίου;
Το Ελληνικό Δημόσιο, που έχει ήδη κηρύξει άτυπη στάση πληρωμών;
Που χρωστάει στους προμηθευτές του και στους αναδόχους τόσων έργων; Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οι φορείς του Δημοσίου που δεν πληρώνουν κανέναν πια;
Που δεδομένης της δύσκολης οικονομικής τους κατάστασης είδαν και τα τελευταία διαθέσιμά τους να δεσμεύονται υπό τον φόβο της χρεοκοπίας;
Περίμενα με ενδιαφέρον την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους να σημειώνει κάτι απ’ όλα αυτά, αλλά μάλλον διαψεύσθηκα.
Αυτά επί της αρχής.
Δεν μπορούμε, επομένως, παρά να διατυπώσουμε έντονη ανησυχία, όχι
για την αναγκαιότητα του νομοθετήματος, αλλά για τον τρόπο και τα περιθώρια πραγματικής και ασφαλούς εφαρμογής του στην πράξη.
Αξίζει, ωστόσο, κύριε Υπουργέ, να σταθούμε από σήμερα σε ορισμένα επί μέρους ζητήματα. Νομίζω, ειδικότερα, ότι αξίζει να γίνει μία επισήμανση στο θέμα της αναστολής εκτέλεσης της διαταγής πληρωμής εκ του Νόμου.
Παρατηρούμε ότι η ίδια η προθεσμία για άσκηση ανακοπής από το Δημόσιο έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, με συνέπεια να μην μπορεί να αρχίσει η εκτέλεση της διαταγής.
Αντιλαμβανόμαστε βεβαίως ότι η καθυστέρηση που προκαλείται δεν είναι πολύ μεγάλη, αλλά από την άλλη γιατί να εισάγεται σήμερα ένα τέτοιο δικονομικό προνόμιο υπέρ του Δημοσίου;
Ίσως μοναδική αιτιολογία θα μπορούσε να είναι η αποφυγή επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, σε περίπτωση μελλοντικής ακύρωσης μιας διαταγής που θα είχε εκτελεστεί.
Επιτρέψτε μου δύο ακόμη επισημάνσεις.
Και πρώτα απ’ όλα στο θέμα της εκτέλεσης.
Θα ήθελα να ρωτήσω εάν η Πολιτεία έχει αναλογισθεί πόσο ρεαλιστική
και αποτελεσματική μπορεί να είναι η εκτέλεση της διαταγής πληρωμής κατά ενός δημόσιου νομικού προσώπου;
Ποια είναι π.χ. τα περιουσιακά στοιχεία που μπορεί ο δικαιούχος μιας απαίτησης να κατάσχει και να εκτελέσει τη διαταγή που πέτυχε;
Το λέω αυτό γιατί είναι πάγια η απαγόρευση εκτέλεσης επί πραγμάτων
που έχουν ταχθεί στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.
Προφανώς θα πρέπει να διαμορφωθεί με ασφάλεια μια ομάδα περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου που θα μπορούν, με σεβασμό πρώτιστα στο δημόσιο συμφέρον, να τεθούν στη διάθεση των πιστωτών για την ικανοποίηση των απαιτήσεών τους.
Πρόκειται για μια πολύ απαιτητική άσκηση ισορροπίας ανάμεσα στη δημόσια αποστολή της Διοίκησης και στα εύλογα ιδιωτικά συμφέροντα
των δικαιούχων μιας απαίτησης κατά του Δημοσίου.
Και κάτι άλλο τελευταίο και, κατά τη γνώμη μου, πάρα πολύ σημαντικό.
Πρόκειται για την ανάγκη επιτάχυνσης της διαδικασίας δημοσιονομικού ελέγχου των δαπανών.
Ο προληπτικός έλεγχος που γίνεται σήμερα όχι τόσο από το Ελεγκτικό Συνέδριο όσο από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου παρουσιάζει σημαντικές καθυστερήσεις.
Πρόκειται για ένα θέμα το οποίο, δυστυχώς, το σημερινό νομοσχέδιο δεν μπορεί να θεραπεύσει.
Κι αυτό γιατί ορθά ως προϋπόθεση για την έκδοση της διαταγής πληρωμής τίθεται η προηγούμενη ολοκλήρωση του αναγκαίου προληπτικού ελέγχου της δαπάνης.
Με δεδομένο αυτό, νομίζω ότι είναι σαφές πως ελλοχεύει ο κίνδυνος να μεσολαβεί πολύ μεγάλος χρόνος μέχρι να μπορέσει να ζητηθεί η έκδοση της διαταγής πληρωμής.
Υπ’ αυτήν την έννοια, είναι ορθό που έχει ταχθεί μια αυστηρή προθεσμία στη Διοίκηση να υποβάλει τη σχετική έκθεση ελέγχου.
Δυστυχώς όμως τόσο οι σημερινές δυσλειτουργίες όσο και η ίδια η ασφυκτική προθεσμία, σημαίνουν πρακτικά ότι οι ΥΔΕ σπανίως θα ολοκληρώνουν εγκαίρως τον έλεγχο, οι διαταγές πληρωμής θα εκδίδονται με τεκμαιρόμενο θετικό έλεγχο και ως επακόλουθο θα έχουμε σωρεία ανακοπών γι’ αυτό το λόγο και άρα άνοιγμα πολλαπλών εκκρεμών υποθέσεων στα Δικαστήρια.
Το όλο ζήτημα φυσικά άπτεται περισσότερο των αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Οικονομικών, το οποίο καλείται να βρει τρόπους να ενισχύσει τις ΥΔΕ και να αποτελματώσει τις αναγκαίες πληρωμές των οφειλόμενων δαπανών.
Δεν προσδοκούμε μεγαλύτερη ρευστότητα στην αγορά χωρίς να έχουμε εξασφαλίσει την απρόσκοπτη ροή κεφαλαίων από το Κράτος στην ιδιωτική οικονομία. Και η επιτάχυνση των δημοσιονομικών ελέγχων είναι απαραίτητη συνθήκη για κάτι τέτοιο.
Τελειώνοντας, επαναλαμβάνω ότι θεωρούμε πως το παρόν νομοσχέδιο
έχει αγαθές και ειλικρινείς προθέσεις. Συνηγορεί υπέρ της ενίσχυσης της ιδιωτικής οικονομίας, στοχεύει στην αλλαγή της κουλτούρας πληρωμών στις διοικητικές συμβάσεις. Καλεί το Δημόσιο να δώσει, ουσιαστικά, το παράδειγμα, τιμώντας τις ανειλημμένες υποχρεώσεις του, εντός εύλογων χρόνων.
Και υπ’ αυτήν την έννοια, μας βρίσκει σύμφωνους. Το γεγονός ότι η προηγούμενη Κυβέρνηση, στην οποία συμμετείχαμε, ήταν υπεύθυνη για την κατάρτιση του παρόντος σχεδίου, επαληθεύει τη συμφωνία μας με τις ρυθμίσεις του.
Ο «διάβολος», όμως, κρύβεται στην ίδια την εφαρμογή του νέου μοντέλου της διαταγής πληρωμής και ιδιαίτερα στο στάδιο της εκτέλεσης της διαταγής, υπό τις παρούσες οικονομικές και δημοσιονομικές συνθήκες.
Φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο το σημερινό Ελληνικό Δημόσιο, που έρχεται ακόμη πιο κοντά στο φάσμα της χρεοκοπίας, που δυσκολεύεται να βγάλει τη «ρετσινιά» του αφερέγγυου Κράτους από πάνω του, να μπορέσει να ικανοποιήσει άμεσα και αποτελεσματικά τις οφειλές του, με σοβαρότητα, συνέπεια και ασφάλεια, χωρίς δυσάρεστα «ατυχήματα», με απρόβλεπτες συνέπειες.
Το ΠΑΣΟΚ στηρίζει κάθε μεταρρύθμιση που βρίσκεται σε προοδευτική κατεύθυνση και θα στηρίζει πάντα τις νομοθετικές πρωτοβουλίες που υπηρετούν το δημόσιο όφελος και το κοινό καλό.
Ελπίζουμε και ευχόμαστε το παρόν Σχέδιο Νόμου όταν θα ψηφιστεί
και θα γίνει Νόμος να μην χαθεί στον κυκεώνα της ατελείωτης γραφειοκρατίας και να μην υπονομευτεί από τη σοβαρή δυστοκία των Υπηρεσιών Δημοσίου Ελέγχου, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην ανακούφιση των προβλημάτων ρευστότητας της αγοράς. Για το καλό της Οικονομίας, της Κοινωνίας, της επιχειρηματικότητας και των εργαζομένων.
Σας ευχαριστώ.